- οροπρόγνωση
- η(ορολ.) μέθοδος με την οποία εκτιμάται η βαρύτητα μιας λοιμώδους νόσου και η οποία συνίσταται στην ταχύτητα τής εμφάνισης και στην ένταση τής αντίδρασης τών οροδιαγνωστικών μεθόδων.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.